Τη φυσική κληρονομιά της χώρας μας αποτελούν: γονιδιακό υλικό ζώων και φυτών, είδη πανίδας και χλωρίδας, οικότοποι, περιοχές (κυρίως Προστατευόμενες Περιοχές - ΠΠ) και τοπία (εντός και εκτός Προστατευόμενων Περιοχών).
Από νομική άποψη, σήμερα η προστασία αυτής της φυσικής κληρονομιάς βασίζεται κατά μέγιστο βαθμό στις δυο κοινοτικές οδηγίες, αυτή για τα Πουλιά (79/409) και εκείνη για τους Οικοτόπους (92/43), με τον τρόπο φυσικά που έχουν αυτές ενσωματωθεί στην εθνική νομοθεσία.
Παρά την ύπαρξη αυτών των νομοθετημάτων η φυσική κληρονομιά της χώρας μας υποβαθμίζεται και περιορίζεται ποιοτικά και ποσοτικά με εντεινόμενους ρυθμούς τα τελευταία χρόνια. Η κατάσταση αυτή οφείλεται σε ένα σύστημα αιτιών, αλλά η κύρια αιτία είναι πάντως ότι, η κατά κανόνα στρεβλή, οικονομική ανάπτυξη της Ελλάδας έλαβε χώρα -και δεν θα μπορούσε να γίνει αλλιώς με τέτοιους αναπτυξιακούς δρόμους που ακολούθησε- συνειδητά εις βάρος της φύσης, της ποιότητας του περιβάλλοντος και της φυσικής μας κληρονομιάς.
Το πέρασμα της Ελλάδας (ο εκμοντερνισμός της δηλαδή, το ξεπέρασμα της παλιάς τάξης πραγμάτων -πρακτικά αταξίας- σε μια νέα τάξη) σε ένα άλλο πιο βιώσιμο είδος ανάπτυξης που λίγο ή πολύ επιβάλλεται από τη συμμετοχή της χώρας στην ΕΕ και στον παγκόσμιο ανταγωνισμό, προσκρούει σε σοβαρές στρεβλώσεις συσσωρευμένες από το παρελθόν, σε παρωχημένες νοοτροπίες πολιτικών και στη χείριστη λειτουργία και ποιότητα της δημοκρατίας στη χώρα.
Σε πάρα πολλά δε από τα καυτά προβλήματα της χώρας οι πολίτες είναι συνυπεύθυνοι, εξ αιτίας των ψήφων τους τόσα χρόνια αλλά και συνένοχοι, διότι το σύστημα είναι φτιαγμένο έτσι ώστε ο κάθε ιδιώτης να έχει αξιόλογα βραχυπρόθεσμα οικονομικά συμφέροντα που πλήττουν τη φύση και το περιβάλλον (μέσω κυρίως των θεμάτων που σχετίζονται με τις πολιτικές για τη γη και το χώρο), ενώ οι μηχανισμοί, θεσμοί και νόμοι που θα απέτρεπαν τη διαιώνιση της υποθήκευσης του συνολικού καλού λείπουν. Έτσι οι ιδιώτες καταστρέφουν κι αυτοί το περιβάλλον προς βλάβη του συνόλου της κοινωνίας.
Παρά τα όσα συχνά ανεπίσημα συζητούνται, τα τελευταία 30-40 χρόνια το στοιχείο της φυσικής μας κληρονομιάς που υποβαθμίζεται εντονότερα και τελεσίδικα δεν είναι ούτε τα είδη ούτε οι οικότοποι, αλλά είναι το τοπίο.
Η υποβάθμιση λαμβάνει χώρα κυρίως μέσω της αστικοποίησης δηλαδή της έγερσης χωρίς καμιά λογική και συνολικό σχέδιο, διάσπαρτων κτιρίων, διάνοιξης και κατασκευής δρόμων, ανεξέλεκτης απόθεσης μπάζων και απορριμμάτων, λατομεύσεων, εκχερσώσεων και γενικά τόσο από τις καθαυτό όσο και από τις παράπλευρες επιπτώσεις έργων μεγάλης και μικρής κλίμακας.
Επίσης η υποβάθμιση λαμβάνει χώρα και από τη χαμηλή ποιότητα κατασκευής και τη χαμηλή αισθητική ποιότητα των κατασκευών. Σημαντικό μέρος της υποβάθμισης των τοπίων οφείλεται επίσης στην εγκατάλειψη παλαιών (παραδοσιακών) μεθόδων στον πρωτογενή τομέα, την εγκατάλειψη της υπαίθρου, αλλά και την εγκατάλειψη και ερείπωση κτιρίων και υποδομών. Όλα αυτά συνοδεύονται από χαμηλή και συχνά αταίριαστη αρχιτεκτονική στα δομημένα περιβάλλοντα που ακόμη περισσότερο υποβαθμίζει τα τοπία και μάλιστα την ύπαιθρο χώρα. Και φυσικά -γεγονός με καθόλου μικρότερη σημασία- με πλήρη αυθαιρεσία στη μεταχείριση του ιδιωτικού χώρου.
Εδώ δεν αναφερόμαστε καθόλου σε θέματα αστικών περιοχών που βέβαια είναι στενά συνδεμένα με την ύπαιθρο, μια και τα όρια μεταξύ των δυο αυτών στην Ελλάδα είναι εντελώς ασαφή.
Η Ελλάδα, σκοπίμως δεν έχει υπογράψει καμιά διεθνή ή ευρωπαϊκή σύμβαση για τα τοπία και η ΕΕ δεν διαθέτει στιβαρή νομοθεσία για το θέμα (παρά το ότι τα περισσότερα κράτη- μέλη έχουν πολύ αυστηρή σχετική νομοθεσία και πολύ αναπτυγμένη κουλτούρα προς αυτό).
Στην ουσία η Ελλάδα έχει υπογράψει την Ευρωπαϊκή Σύμβαση για τα Τοπία (European Landscape Convention) το 2001 αλλά δεν την έχει κυρώσει (ο έτοιμος φάκελλος έχει κολλήσει στα γραφεία των πολιτικών προϊσταμένων). Άλλωστε και να είχε υπογράψει η Ελλάδα οτιδήποτε, η εμπειρία δείχνει ότι δεν θα σεβόταν την υπογραφή της.
Το ερώτημα που προκύπτει σε κάθε εχέφρονα άνθρωπο είναι βέβαια, πως εξηγείται μια χώρα της οποίας η βαριά βιομηχανία είναι ο τουρισμός, μια χώρα που ζει δηλαδή εν πολλοίς από την αξιοποίηση του φυσικού της περιβάλλοντος και των τοπίων της καταστρέφει η ίδια ή αφήνει να καταστραφεί ο βασικός της πλουτοπαραγωγικός πόρος, το κεφάλαιό της και το συγκριτικό της πλεονέκτημα;
Η απάντηση προκύπτει από ένα συνδυασμό αιτιών, το δε βασικό κίνητρο είναι οικονομικό και συστημικά επηρεάζει τα πάντα. Στο επίκεντρο αυτού του συστημικού πλέγματος αιτιών βρίσκονται δυο αλληλεξαρτώμενα θέματα-πολιτικές και η νομοθεσία που τα διέπει ή δεν τα διέπει. Από τη μια είναι το σύστημα που διαμορφώνει τις τιμές της γης και από την άλλη η δόμηση και η κατασκευή ως ο βασικότερος και πιο μόνιμος παράγων υποβάθμισης.
Απλουστεύοντας τα πράγματα, σε επίπεδο των μικρών ιδιωτών (βλέπε οικοδομή) το όλο πλέγμα βασίζεται στην εξής αλληλουχία: Ελλείψει σαφούς και εφαρμοζόμενου χωροταξικού σχεδιασμού και με όχημα τη δυνατότητα που δίνει η εκτός σχεδίου δόμηση, συμφέρει τον κάθε μικρό ή μεγάλο-ιδιοκτήτη γης (ιδιώτη, φορέα ή κράτος) να μετατρέψει την ιδιοκτησία του (χωράφι, βοσκοτόπι, κατσάβραχο, δάσος, υγρότοπο, οτιδήποτε) σε οικόπεδα, δηλαδή γη που μπορεί να χτιστεί, διότι αυτό σημαίνει ότι η τιμή της υπερπολλαπλασιάζεται. Μπορεί δηλαδή να παραχθεί και πράγματι παράγεται πλούτος.
Προς τούτο συμβάλλουν όλοι: το ασαφές νομοθετικό πλαίσιο, η διαφθορά, η έλλειψη αυστηρού χωροταξικού σχεδιασμού, τα νομικά παραθυράκια, το πελατειακό κομματικό πολιτικό σύστημα διότι όλοι ωφελούνται άμεσα από αυτό. Δεν είναι καθόλου υπερβολή να πει κανείς ότι η διαφθορά στη σύγχρονη Ελλάδα έχει ως βασικό θύμα και πόρο πάνω στον οποίο αναπτύσσεται, τη γη, το χώρο και τις τιμές τους.
Η πρόσφατη υπόθεση Βατοπεδίου ήταν ξεκάθαρα μια τέτοια περίπτωση εκμετάλλευσης αυτού του συστήματος τιμών γης. Και φυσικά με τέτοιους όρους η όποια συζήτηση για βιώσιμη ανάπτυξη, συνετή χρήση πόρων, βιώσιμα δίκτυα και βιώσιμες πόλεις και χωριά, καταντάει ανέκδοτο για τους λόγους που όλοι γνωρίζουμε. Η βιώσιμη ανάπτυξη και η εξοικονόμηση πόρων και ενέργειας απαιτεί πρώτα απ’ όλα τάξη στο χώρο. Ή αλλιώς «ο βασικός κανόνας κάθε παιχνιδιού που παίζεται στο χώρο, είναι πρώτα απ’ όλα ένα σαφώς καθορισμένο και σταθερό γήπεδο».
Στο επίπεδο των μεγαλο-ιδιοκτητών, βλέπε κράτος πάνω απ’ όλα, είναι γνωστή η πρακτική των προηγούμενων αλλά κυρίως της παρούσας κυβέρνησης (που το έχει άλλωστε παραδεχτεί χωρίς αιδώ) να ξεπουλήσει μέσω της Κτηματικής Εταιρείας του Δημοσίου τα φιλέτα της χώρας για να βγάλει ζεστό χρήμα, μια και είναι ένας από τους βασικούς τρόπους να βγάλεις άμεσα οικονομικά οφέλη.
Στο επίπεδο του κατασκευαστικού κλάδου, μικρο - και μεγαλοκατασκευαστικών εταιριών, είναι γνωστό τοις πάσι ότι η Ελλάδα κυβερνάται από μερικούς «νταβατζήδες» (το είπε και ο πρωθυπουργός) οι οποίοι ελέγχοντας τα μέσα ενημέρωσης και κατέχοντας τις μεγάλες κατασκευαστικές εταιρίες χειραγωγούν την κυβέρνηση εξασφαλίζοντας τη μερίδα του λέοντος στις τεράστιες δημόσιες επενδύσεις, στην ουσία όμως κατευθύνοντας και επιλέγοντας αυτές τις δημόσιες επενδύσεις ώστε να τους εξασφαλίζουν τα μέγιστα κέρδη. Γι’ αυτό φυσικά και η προώθηση του ΙΧ, των ασφαλτόδρομων και των ορυκτών καυσίμων και της σπατάλης, αντί για το τραίνο, της εξοικονόμησης και των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας.
Είναι λοιπόν ανάγκη, όλοι να γνωρίζουν ότι οι βασικοί πυλώνες της ελληνικής οικονομίας είναι χοντρικά ο τουρισμός, η ναυτιλία, η οικοδομή και η κατασκευή και όλες οι υπόλοιπες δραστηριότητες. Σε ένα στρεβλό οικονομικό μοντέλο που βασίζεται κυρίως στην εσωτερική κατανάλωση, η οικοδομή και η κατασκευή παίζουν σημαντικότατο ρόλο γι‘ αυτό και συχνά - πυκνά αναφέρονται ως η ατμομηχανή της ελληνικής οικονομίας. Η οικοδομική δραστηριότητα στηρίζεται από νόμους όπως για την εκτός σχεδίου δόμηση και την αντιπαροχή που έχουν καταστρέψει το φυσικό τοπίο, τα δομημένα περιβάλλοντα και την αρχιτεκτονική κληρονομιά της χώρας αφήνοντας ομολογουμένως άμεσα και σημαντικότατα κέρδη σε μεγάλο μέρος του ελληνικού πληθυσμού.
Για να δοθεί λοιπόν η δυνατότητα στην όποια κυβέρνηση να καταργήσει την εκτός σχεδίου δόμηση και την αντιπαροχή πρέπει να αλλάξει στην ουσία το οικονομικό μοντέλο ανάπτυξης της χώρας, κάτι που απαιτεί χρόνο πολύ (μερικές γενιές) και όραμα.
Λόγω λοιπόν κυρίως του σημαντικότατου ρόλου που έχει η οικοδομή και η κατασκευή γενικώς στη στρεβλή ελληνική οικονομία των τελευταίων δεκαετιών, ακόμη και μέσα στις δήθεν προστατευόμενες περιοχές, ουδεμία πρόβλεψη έχει ληφθεί σχετικά με την υποβάθμιση του τοπίου και ειδικά για τη δόμηση (πόσω μάλλον εκτός προστατευόμενων περιοχών). Αποτέλεσμα τούτου είναι να μην υπάρχουν στην ουσία περιορισμοί πέραν των (ούτως ή άλλως πολύ περιορισμένης έκτασης) Περιοχών Απόλυτης Προστασίας της Φύσης. Ψάξτε να βρείτε περιορισμούς των όρων δόμησης σε ΠΠ. Απλά δεν υπάρχουν.
Έτσι προκύπτει, η σιγανή, σταδιακή, ανεπαίσθητη αλλά τελικώς σημαντικότατη υποβάθμιση των τοπίων της χώρας μας και φυσικά των προστατευόμενων περιοχών μας. Αυτό που ονομάζεται σιγανό, ανεπαίσθητο και ύπουλο ροκάνισμα. Δηλαδή η σταδιακή υποβάθμιση της φυσικής μας κληρονομιάς γίνεται κάτω από τη μύτη μας και μπροστά στα μάτια μας ενώ και είμαστε συνένοχοι και περί άλλων τυρβάζουμε.
Μέσα από όλα αυτά βεβαίως ο μέσος έλληνας έχει διαμορφώσει την αντίληψη ότι η γη αξιοποιείται μόνο όταν χτίζεται. Έτσι, η μορφή χρήσης γης που ονομάζεται προστασία της φύσης και θεωρεί τη γη και το τοπίο ως κάτι με αξία άλλη πλην της οικονομικής, το οποίο πρέπει να προστατευτεί έτσι για τις επόμενες γενιές (και μάλιστα συχνά να πληρώσουμε για να το διαχειριστούμε ώστε να μένει όμορφο και νοικοκυρεμένο) είναι κάτι αδιανόητο για τον μέσο πολίτη αυτής της χώρας. Πόσω μάλλον όταν τυγχάνει ιδιοκτήτης λαχταριστών φιλέτων μέσα ή έξω από ΠΠ.
Εκτιμούμε λοιπόν ότι η κατάσταση αυτή θα συνεχίζεται έτσι εσαεί, μέχρι να μη μείνει τίποτα από τα πανέμορφα τοπία αυτής της χώρας, αν δεν υπάρξει σταδιακή αλλαγή του κυρίαρχου, στρεβλού μοντέλου οικονομικής ανάπτυξης της χώρας και πολιτική συναίνεση που θα επιτρέψει την (σίγουρα σταδιακή) κατάργηση της εκτός σχεδίου δόμησης που αποτελεί το σημείο κλειδί για την απεμπλοκή από το φαύλο κύκλο. Αυτό μόνο θα μπορέσει να είναι η αρχή για την απεμπλοκή της χώρας από τη θανάσιμη αυτή παγίδα, τον φαύλο κύκλο στον οποίο μόνοι μας έχουμε βάλει στον εαυτό μας.
Πρωταρχικό μέλημά μας για να αλλάξει οτιδήποτε είναι:
1. Συνεχής, μακροπρόθεσμη, διαχρονική, οργανωμένη προσπάθεια μέσω περιβαλλοντικής εκπαίδευσης και ευαισθητοποίησης των παιδιών και των νέων ώστε να γίνει συνείδηση η πολυτιμότητα των τοπίων μας και το όλο σύστημα μέσω του οποίου τα ροκανίζουμε. Πολιτικά κόμματα πρέπει να βάλουν συστηματικά στο πρόγραμμά τους την ενημέρωση και κατανόηση της κατάστασης αυτής. Η όποια στροφή σε Πράσινη Οικονομία με διατήρηση των ίδιων πολιτικών για τη γη και το χώρο, είναι δυο πράγματα εντελώς ασυμβίβαστα.
2. Σταδιακή κατάργηση της εκτός σχεδίου δόμησης με σταδιακά βήματα ώστε να μην πέσει στον κόσμο ως κεραυνός εν αιθρία. Οι όροι και οι περιορισμοί δόμησης πρέπει να αρχίσουν να γίνονται αυστηρότεροι πρώτα απ’ όλα μέσα στις ΠΠ. Αυτό θα βοηθήσει το κοινό να εξοικειωθεί με τους περιορισμούς στη σπέκουλα.
3. Οι αρμόδιες δημόσιες υπηρεσίες να εξαντλήσουν όλη τους την αυστηρότητα στον περιορισμό της κακομεταχείρισης του δημόσιου χώρου (αλλά και του ιδιωτικού που προσβάλλει το σύνολο) και του περιβάλλοντος όσο αφορά σκουπίδια, μπαζώματα, εκχωματώσεις, παράπλευρες επιπτώσεις δημόσιων και ιδιωτικών έργων. Σε αυτό μπορούμε όλοι εμείς οι πολίτες να συμβάλλουμε άμεσα.
4. Η έμφαση στην ολοκλήρωση επιτέλους το δασολόγιου και του κτηματολόγιου.
5. Η εκπόνηση, με διακομματική συναίνεση, ενός αξιοπρεπούς Γενικού Χωροταξικού που να αφορά το μέλλον της χώρας και όχι να θεωρεί πάλι τις κατασκευές, την οικοδομή και την αξία της γης ως κινητήριους μοχλούς της οικονομίας που δεν μπορούν δήθεν να εγκαταλειφθούν.
Η χώρα θέλει ένα όραμα, πολιτικό, πολιτιστικό, περιβαλλοντικό, βιώσιμο για τον 21ο αιώνα.
Για την ΟΙΚΟΛΟΓΙΚΗ ΚΙΝΗΣΗ ΚΟΖΑΝΗΣ
Γιώργος Κατσαδωράκης
Δρ Βιολόγος-Ορνιθολόγος
Επιστημονικός Σύμβουλος WWF Ελλάς και Εταιρίας Προστασίας Πρεσπών
< Προηγούμενο | Επόμενο > |
---|