Οικολογική Επιθεώρηση

  • Μεγαλύτερο μέγεθος γραμματοσειράς
  • Προκαθορισμένο μέγεθος γραμματοσειράς
  • Μικρότερο μέγεθος γραμματοσειράς

Προστασία του περιβάλλοντος ή ανάπτυξη. Άλυτο δίλημμα ή ένας ακόμη ελληνικός μύθος;

E-mail Εκτύπωση

Κάθε πολίτης που αγωνίζεται στην Ελλάδα για το περιβάλλον, έρχεται αργά ή γρήγορα αντιμέτωπος με μια διαδεδομένη μοιρολατρική άποψη: ότι δήθεν η προστασία του περιβάλλοντος έρχεται σε αδήριτη σύγκρουση με την οικονομική ανάπτυξη. Ακόμη και από ανθρώπους ευαισθητοποιημένους και δραστήριους για τα κοινά έχουμε ακούσει να λένε: δυστυχώς, η σύγκρουση αυτή αποτελεί άλυτο δίλημμα, αναπόφευκτα θα επιφέρει καταστροφή για το περιβάλλον και για την ανθρώπινη κοινωνία.

Αποτέλεσμα μιας τέτοιας νοοτροπίας είναι πολλοί να απογοητεύονται και στρέφονται σε προσωπικές λύσεις, ενώ άλλοι να οδηγούνται σε ακραία συμπεράσματα: ότι δεν υπάρχει καμιά λύση χωρίς ριζική ανατροπή του υφιστάμενου «συστήματος». Μόνο που τέτοια αλλαγή επί του παρόντος δεν φαίνεται να είναι και τόσο πιθανή, άσε που δεν υπάρχει και σαφής εικόνα του τι πρέπει να αλλάξει και προς ποια κατεύθυνση. Ξανά λοιπόν απογοήτευση...

Επιτρέψτε μου όμως να διατυπώσω έναν εναλλακτικό συλλογισμό. Η οικονομική ανάπτυξη δεν ταυτίζεται κατ΄ ανάγκη με την οικονομική μεγέθυνση, ούτε με τη σπατάλη φυσικών πόρων. Με άλλα λόγια, δεν υφίσταται θεμελιώδης σύγκρουση μεταξύ οικονομικής ανάπτυξης και προστασίας του περιβάλλοντος.

Ορίστε ένα παράδειγμα:

Ας πούμε ότι ανακαινίζεται το παλαιό κτίριο μιας δημόσιας υπηρεσίας, με χρήση υλικών που είναι φιλικά για το περιβάλλον και την υγεία και με περιορισμό της ενεργειακής σπατάλης. Έτσι, κάποιοι άνθρωποι θα βγάλουν μεροκάματο (μάλιστα εξειδικευμένης εργασίας και όχι ανειδίκευτης), θα έχουμε επιτύχει οικονομία στα καύσιμα (και θα μειώσουμε τις εισαγωγές) και, τέλος, θα αποκτήσουμε ένα κτίριο πολύ πιο ευχάριστο και φιλικό για τους εργαζόμενους και τους πολίτες.

Ας πούμε τώρα ότι, με τα ίδια χρήματα, τσιμεντώνεται ένα πάρκο για να φτιαχτεί ένα πάρκινγκ αυτοκινήτων. Σε αυτή την περίπτωση, ο εργολάβος και οι λογής «αρμόδιοι» θα το ευχαριστηθούν (διότι όπως ξέρουμε «τα λεφτά είναι στα μπετά»), ο υπουργός θα εγκαινιάσει το «νέο έργο», οι πολίτες θα χαρούν που μπορούν πλέον να πετάγονται ως το περίπτερο με το αυτοκίνητό τους. Όμως το τελικό αποτέλεσμα για τη χώρα θα είναι αρνητικό, όπως συμβαίνει κάθε φορά που ευνοούνται οι εισαγωγές αυτοκινήτων και καυσίμων, οι αρπαχτές, η ανειδίκευτη και πρόχειρη δουλειά. Για να μη μιλήσουμε για τις συνακόλουθες παρενέργειες, το μποτιλιάρισμα, τα τροχαία και το νέφος.

Βλέπουμε λοιπόν ότι, επενδύοντας το ίδιο χρηματικό ποσό και πετυχαίνοντας τον ίδιο βαθμό «ανάπτυξης» (έστω μετρώντας την με όρους ΑΕΠ) παίρνουμε δύο εκ διαμέτρου αντίθετα αποτελέσματα.

Καλό είναι να διευκρινίσουμε λοιπόν το εξής: Συγχέουμε συνήθως τους όρους οικονομική «μεγέθυνση» (growth) και οικονομική «ανάπτυξη» (development), καθώς στην γλώσσα μας μεταφράζονται αδιακρίτως ως «ανάπτυξη». Όμως δεν πρόκειται βέβαια για το ίδιο πράγμα. «Μεγέθυνση» σημαίνει εξάπλωση σε νέες αγορές, νέα προϊόντα, νέες πηγές πρώτων υλών, ενώ «ανάπτυξη» μπορεί κάλλιστα να σημαίνει λελογισμένη εκμετάλλευση ή ποιοτική αναβάθμιση των υφιστάμενων. Εκεί άλλωστε εδράζει και η χρήση του όρου «βιώσιμη ανάπτυξη».

Μπορεί να σκεφτεί κανείς αναρίθμητες περιπτώσεις όπου μια πολιτική βιώσιμης ανάπτυξης βελτιώνει μια οικονομία, ενώ αντίθετα η «άγρια» ανάπτυξη τη βαλτώνει. Η περίπτωση της Ελλάδα αποτελεί άλλωστε τρανή απόδειξη: όσο βελτιώνονται οι δείκτες, τόσο χειροτερεύει η οικονομική πραγματικότητα που ζούμε και βλέπουμε!

Οι περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες το έχουν αντιληφθεί αυτό από καιρό και ασκούν πολιτικές βιώσιμης ανάπτυξης, μειώνοντας συνεχώς το ποσοστό παραγωγής αποβλήτων ανά προϊόν, ανακυκλώνοντας, επενδύοντας στις ανανεώσιμες μορφές ενέργειας, προστατεύοντας όση άγρια φύση έχει απομείνει. Όχι μόνο δεν βλέπουν σύγκρουση ανάμεσα στην οικονομική ανάπτυξη και την προστασία του περιβάλλοντος, αλλά αντίθετα θεωρούν τη «βιώσιμη» ανάπτυξη ως την μόνη ελπίδα ώστε να υπάρχει οικονομική ευημερία στο μέλλον. Και όμως πρόκειται για χώρες που παράγουν τον πλούτο τους από τη βιομηχανία και όχι από τον τουρισμό, δηλαδή από τη φυσική και πολιτιστική τους κληρονομιά...